Στις 19 Μαρτίου 2003, ο Τζορτζ Ουόκερ Μπους ο νεότερος ανακοίνωσε σε διάγγελμά του ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο συνασπισμός που ηγούνταν είχαν ξεκινήσει στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Ιράκ. Αυτή η απόφαση οδήγησε στον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου, και παρά τις υποσχέσεις για δημοκρατική μεταρρύθμιση, οι συνέπειες των επιχειρήσεων των ΗΠΑ υπήρξαν καταστροφικές για τη χώρα.
Η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Ιράκ ολοκληρώθηκε το 2011, παρά το γεγονός ότι οι κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είχαν ξεκινήσει να κάνουν τον γύρο του κόσμου. Η κατάσταση της χώρας συνέχισε να επιδεινώνεται, με τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους να κερδίζουν έδαφος μόλις δύο χρόνια μετά την αποχώρηση των Αμερικανών.
Η αμερικανική παρουσία στο Ιράκ δεν έχει περιοριστεί, καθώς το 2014 πραγματοποιήθηκε η επιστροφή τους υπό την Επιχείρηση Εγγενής Λύση, με την ενίσχυση της στρατιωτικής δύναμης και τη συμμετοχή τους σε συγκρούσεις με σιιτικές πολιτοφυλακές. Οι στρατιωτικές αποστολές έχουν προκαλέσει περαιτέρω ένταση στη χώρα και οι τελευταίες εξελίξεις υποδεικνύουν ότι η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων προγραμματίζεται για το 2026.
Η κατάσταση φανερώνει ότι οι στόχοι που είχε θέσει η αμερικανική κυβέρνηση το 2003 όχι μόνο δεν έχουν επιτευχθεί, αλλά οδήγησαν σε μεγαλύτερη αστάθεια στην περιοχή. Η στρατηγική χρονολογία των αποχωρήσεων συσχετίζεται με άλλες γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή, όπως οι εντάσεις με το Ιράν.
Μέχρι σήμερα, οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ παραμένουν στο Ιράκ, ενώ υπάρχει ο κίνδυνος αυτές οι δυνάμεις να γίνουν στόχος επιθέσεων από διαφόρους οργανισμούς. Το μέλλον της περιοχής παραμένει αβέβαιο, με την αμερικανική παρουσία να θεωρείται ιδιαίτερα διαφιλονικούμενη.
Πηγή: documentonews.gr